Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

ΔΕΗ: Επανεξετάζονται όλες οι συμπράξεις

===================================
Σε κρίσιμη καμπή το Συνδικαλιστικό Κίνημα

Σε μεγάλη περίοδο κρίσης και αναξιοπιστίας περνάει πλέον το συνδικαλιστικό κίνημα της ΔΕΗ από την μεγάλη αποχή που παρουσιάστηκε στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ. της Επιχείρησης.
Μαζί με την αποχή μεγάλη ήταν και η απώλεια ψήφων σε όλες σχεδόν τις παρατάξεις με μεγάλη χαμένη την ΔΑΚΕ-ΔΕΗ όπου πληρώνει την αδυναμία της να παρουσιάσει σύγχρονο και δυναμικό λόγο αλλά κυρίως πληρώνει άδικα τις αμαρτίες της οδυνηρής διακυβέρνησης από την Νέα Δημοκρατία.
Όμως το σημαντικό γεγονός σε αυτές τις εκλογές είναι η άρνηση της μεγάλης πλειοψηφίας των συναδέλφων να συμμετέχουν σε μία διαδικασία που η πορεία τους κρίνεται άμεσα από αποφάσεις που μπορούν να αλλάξουν δραστικά το εργασιακό τους μέλλον.
Το μήνυμα λοιπόν των εκλογών αυτών έχει πλέον συγκεκριμένο και σαφή στόχο.
Οι εργαζόμενοι κουράστηκαν από τις ηγεσίες τους και τις πολιτικές που έχουν παλαιοκομματική νοοτροπία και κυρίως μη αποτελεσματική δράση.
Όμως εκείνο που αποδοκίμασαν έντονα με την στάση τους ήταν η ξεπερασμένη λογική των αφηρημένων συναισθηματικών ρητορευμάτων.
Οι εργαζόμενοι απαιτούν από όλους εμάς που ασχολούμαστε με τα συνδικαλιστικά ζητήματα να ανανεώσουμε όχι μόνο τον λόγο μας αλλά και την στρατηγική μας απέναντι στους τεχνοκράτες της εξουσίας.
Να εγκαταλείψουμε τους συμβιβασμούς και το βόλεμα από τα ψίχουλα που μας δίνουν οι εκάστοτε Υπουργοί.
Να μην υποχωρήσουμε και να αντισταθούμε σθεναρά στις επιθέσεις που δεχόμαστε από την σημερινή κυβέρνησης στα μέτωπα που αφορούν τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα μας.
Επίσης ζητούν από εμάς να μην παρασυρθούμε από προσωπικές φιλοδοξίες και αμοραλιστικές πρακτικές από την συνθηματολογία των εκφραστών της ψευτοπροοδευτικής συνδικαλιστικής νομενκλατούρας.
Ήρθε λοιπόν η ώρα των σημαντικών αποφάσεων των ανατροπών της ανασυγκρότησης και της ανανέωσης αλλιώς ο κρίση που περνάει το Σ/Κ θα οδηγήσει τους εργαζόμενους στην οριστική απαξίωση των εκπροσώπων του.
Ο χρόνος πλέον μετράει αντίστροφα για όλους μας…
Γράφει ο Φώτης Μελέτης
(Οργανωτικός Γραμματέας ΠΑΣΥΠ-ΔΕΗ)

http://pasyp-deipress.blogspot.com/
===================================
ΔΕΗ: Επανεξετάζονται όλες οι συμπράξεις
της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου

Επανεξετάζονται όλες οι συνεργασίες της διοίκησης Αθανασόπουλου στη ΔΕΗ, υπό το πρίσμα των προτεραιοτήτων της νέας διοίκησης της Επιχείρησης.

Τούτο σημαίνει ότι οι συμπράξεις της ΔΕΗ με τη Χαλυβουργική, για την κατασκευή δύο μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, και με τη γερμανική RWE, για μονάδα λιθάνθρακα στην Αλβανία, είναι υπό αναθεώρηση, στο πλαίσιο της επικαιροποίησης του Business Plan της Επιχείρησης, με βάση τις νέες προτεραιότητες που έχουν τεθεί, στην «καρδιά» των οποίων είναι η ανάπτυξη της πράσινης ανάπτυξης, αλλά και σε συνάρτηση με τα διαθέσιμα κονδύλια για επενδύσεις.

Ήδη, για την επικαιροποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης της ΔΕΗ έχει δημιουργηθεί Επιτροπή, η οποία εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρώσει το έργο της ως τον ερχόμενο Μάιο.

Η προηγούμενη διοίκηση της ΔΕΗ είχε εγκρίνει τη συνεργασία με τη Χαλυβουργική, για την κατασκευή και λειτουργία δύο μονάδων συνδυασμένου κύκλου, με καύσιμο φυσικό αέριο, συνολικής ισχύος 880 MW, που επρόκειτο να γίνουν στις εγκαταστάσεις της τελευταίας. Μάλιστα, η κοινοπραξία που συστήθηκε (49% η ΔΕΗ) είχε πάρει και έγκριση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Τώρα, η συνεργασία αυτή είναι «στον αέρα», ενώ η Χαλυβουργική φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει την επένδυση και μάλιστα, πληροφορίες τη φέρουν στο αμέσως προσεχές διάστημα να προχωρά σε διεθνή πρόσκληση ενδιαφέροντος για την προμήθεια του μηχανολογικού εξοπλισμού. Ο προϋπολογισμός του έργου υπολογίζεται σε 500 εκατ. ευρώ.

Να σημειωθεί ότι αντιδράσεις για τη συγκεκριμένη σύμπραξη είχε εκδηλώσει η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, με το σκεπτικό ότι η ΔΕΗ θα προσφέρει τεχνογνωσία και χρήματα, για να έχει τελικά απέναντι της έναν ανταγωνιστή. Όλα αυτά τα ζητήματα συνεπώς θα επανεξετασθούν, χωρίς να υπάρχει μέχρι στιγμής πληροφόρηση για το αν εγκαταλείπεται το project ή αν θα επιδιωχθούν καλύτεροι όροι συμμετοχής στην κοινοπραξία.

Με την RWE και τον Τιτάνα η ΔΕΗ έχει καταθέσει πρόταση στην αλβανική κυβέρνηση, για την κατασκευή λιθανθρακικής μονάδας, ισχύος 800 MW στο Δυρράχιο της Αλβανίας. Μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί απόφαση από την κυβέρνηση της γείτονος για την επένδυση αυτή, ενώ η σύμπραξη της ΔΕΗ με την RWE είχε απέναντι της ισχυρό ανταγωνιστή την ιταλική Enel.

==========================================
Σε... επιτήρηση η Ελλάδα και για τα νερά της
Η ύδρευση της πρωτεύουσας, παρά τις πλούσιες σε όγκο βροχές φέτος, αποτελεί τον μόνιμο εφιάλτη των επιστημόνων
Του Γιαννη Eλαφρου

Σε ικανοποιητικά επίπεδα, στον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας, βρίσκονται τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ, καθώς οι πρώτοι τεσσερισήμισι μήνες του υδρολογικού έτους 2009 - 10 ήταν πλούσιοι σε βροχές. Ωστόσο, οι ποσότητες που θα συγκεντρωθούν τελικά φέτος στους ταμιευτήρες, πριν από τον ερχομό του καλοκαιριού, παραμένουν ακόμα «αβέβαιες», καθώς το χιόνι που έπεσε στα βουνά είναι σχετικά λίγο. Σε κάθε περίπτωση, η ύδρευση της... υδροκέφαλης Αθήνας παραμένει ένα ετήσιο στοίχημα, καθώς το σύστημα υδροδότησης πάσχει.

«Στην πραγματικότητα, τα όρια αντοχής του είναι μία ή δύο χρονιές», λέει στην «Κ» η κ. Μαρία Α. Μιμίκου, καθηγήτρια Υδρολογίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Η ανάγκη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την προστασία και τη σωστή αξιοποίηση του υγρού κοινωνικού πλούτου, του νερού, αναδεικνύεται εξαιρετικά επιτακτική.

Στους ταμιευτήρες

Σύμφωνα με τα στοιχεία από τους τέσσερις ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ (Μαραθώνα, Υλίκης, Μόρνου και Ευήνου) τα απολήψιμα αποθέματα νερού είχαν φτάσει στις 15 Φεβρουαρίου του 2010 τα 928 εκατομμύρια κυβικά, αρκετά περισσότερα από πέρυσι και πρόπερσι, αλλά υπό τις επιδόσεις της βροχερής τετραετίας 2004 - 2007. Πάντως, οι φετινές ποσότητες (έως την 15η Φεβρουαρίου), «ισοφαρίζουν» ακριβώς τον μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας. Παρ’ όλ’ αυτά, το υδρολογικό έτος (το οποίο ξεκινά κάθε χρόνο την 1η Οκτωβρίου) έχει ακόμα δρόμο εμπρός του και δεν είναι σίγουρο ότι η χρονιά θα βρει τους ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ με περισσότερο νερό.

«Η υδροδότηση της Αθήνας και της Αττικής, των τεσσεράμισι εκατομμυρίων κατοίκων, αποτελεί ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα», τονίζει στην «Κ» η κ. Μιμίκου. Ας σημειωθεί ότι η Αττική έχει πολύ χαμηλά επίπεδα βροχόπτωσης, μόλις 400 χιλιοστά κατά μέσον όρο το έτος, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 849 χιλιοστά/έτος. «Διαμορφώνεται μια εκρηκτική κατάσταση. Εχουμε δημιουργήσει ένα σύστημα με πολύ μεγάλα ρίσκα. Εάν μάλιστα συνυπολογίσουμε τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η οποία θα επηρεάσει αρνητικά τα υδατικά αποθέματα, τότε μπορεί να βρεθούμε ενώπιον πολύ δύσκολων καταστάσεων», υπογραμμίζει η καθηγήτρια του ΕΜΠ. «Για να υδροδοτήσουμε την Αθήνα, έχουμε στηριχθεί αποκλειστικά σε επιφανειακό νερό, στους ποταμούς Μόρνο και Εύηνο, οι οποίοι όμως δεν διακρίνονται για τη σταθερή παροχή τους. Επίσης, η Υλίκη παρουσιάζει σοβαρές απώλειες νερού, λόγω των καρστικών διαπερατών πετρωμάτων του πυθμένα της. Το όλο σύστημα είναι επικίνδυνα ευμετάβλητο», λέει η κ. Μιμίκου.

Δίκτυο ΕΥΔΑΠ

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, υπάρχουν και οι απώλειες που παρουσιάζει το δίκτυο της ΕΥΔΑΠ και οι οποίες φτάνουν, σύμφωνα με την ίδια, στα ανησυχητικά επίπεδα του 20%, εάν συνυπολογίσουμε και τις εξωτερικές και τις εσωτερικές απώλειες.

«Πρέπει να διαμορφώσουμε σχέδιο παρέμβασης. Η σιγουριά μας δεν υπερβαίνει τα ένα - δύο χρόνια. Δύο ξηρές χρονιές μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλα προβλήματα. Ειδικά, υπό συνθήκες κλιματικής αλλαγής», προειδοποιεί η υδρολόγος.

Για να ξεδιψάσει η αθηναϊκή μητρόπολη πρέπει να μεταφερθεί νερό από πολύ μακριά. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο, καθώς η Ελλάδα εμφανίζει μια ιδιαίτερη ανισομέρεια στο υδρολογικό της δυναμικό. Η Δυτική Ελλάδα (κυρίως Ηπειρος και Δυτική Στερεά) είναι πολύ πιο βροχερή από την Ανατολική, αλλά είναι οι ανατολικές περιοχές που παρουσιάζουν τις πιο μεγάλες ανάγκες. Εκεί συγκεντρώνονται τα μεγάλα αστικά κέντρα, οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις, η όποια βιομηχανία, αλλά και τα περισσότερα υδροηλεκτρικά ενεργειακά έργα. «Η οροσειρά της Πίνδου λειτουργεί σαν ένα όριο, με τη δυτική πλευρά να έχει πολύ υψηλότερα επίπεδα βροχοπτώσεων. Στην Ανατολική Ελλάδα η ζήτηση είναι πάντα μεγαλύτερη από την προσφορά νερού και η έλλειψη είναι ενδημικό φαινόμενο», τονίζει η κ. Μιμίκου.

Τεράστιες απώλειες

«Δεν υπάρχει αγροτική και αστική υδατική πολιτική, η οποία θα αποσκοπεί στη διαχείριση των υδατικών αποθεμάτων, δηλαδή στη μείωση της ζήτησης, κυρίως όσον αφορά την ύδρευση και κυρίως την άρδευση», σημειώνει η καθηγήτρια του Πολυτεχνείου. «Δεν είναι ορθολογική η κατανάλωση του 86% στον αγροτικό τομέα, από το οποίο το 96% πάει στην άρδευση, όπου χάνεται το 80% σε απώλειες. Η αγροτική κατανάλωση πρέπει να φτάσει στο 60%, όπως είναι σε άλλες μεσογειακές χώρες. Για τον σκοπό αυτόν πρέπει να βρεθούν οι κατάλληλες καλλιέργειες, οι κατάλληλοι τρόποι άρδευσης», συμπληρώνει. Ρωτάμε για την περιβόητη εκτροπή του Αχελώου. «Εάν δεν γνωρίσουμε τα υδατικά διαθέσιμα, εάν δεν εξετάσουμε πως μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες με τις βέλτιστες, τις πιο αποδοτικές τεχνικές, εάν δεν δούμε πώς μπορεί να περιοριστεί η ζήτηση, για παράδειγμα με αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, πώς να απαντήσουμε εάν η εκτροπή είναι αναγκαία ή όχι;». Για μία ακόμα φορά πάμε να δώσουμε απαντήσεις, μερικές και όχι στη βάση των συνολικών αναγκών.

Δεν υπάρχει σχέδιο διαχείρισης

«Είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη των «27», όσον αφορά τη διαχείριση του νερού!». Κατηγορηματική η καθηγήτρια του ΕΜΠ, κ. Μιμίκου, αναδεικνύει τα τεράστια κενά στην πολιτική για το νερό, ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που αντιμετωπίζει ήδη ελλείψεις και μπορεί να δοκιμαστεί σκληρά από την κλιματική αλλαγή. «Δυστυχώς, παρά την ενσωμάτωση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ για την Προστασία και διαχείριση των υδάτων στο εθνικό δίκαιο, με το νόμο 3199/03, η όποια εφαρμογή είναι μόνο τυπική. Κι αυτό γιατί καταρχήν στην Ελλάδα δεν υπάρχει καν το βασικό, το οποίο στις άλλες χώρες της Ε. Ε. είναι λυμένο: Ενα δίκτυο μετρήσεων της ποσότητας των υδάτων, των παροχών των ποταμών, πάνω στο οποίο θα βασιστεί ο έλεγχος της ποιότητας και ο σχεδιασμός».

Στο παρελθόν αναπτύχθηκαν κάποια συστήματα μέτρησης, τα οποία όμως δεν συνδέονταν –ούτε συνδέονται– μεταξύ τους. Η ΔΕΗ έχει αναπτύξει ένα δίκτυο για τα ποτάμια, για να δει τις δυνατότητες για φράγματα. Η μετεωρολογική υπηρεσία μετράει τις βροχοπτώσεις αλλά κυρίως στα πεδινά, το ΥΠΕΧΩΔΕ έχει κι αυτό ένα δίκτυο, το ΙΓΜΕ καταγράφει τα υπόγεια ύδατα... «Σήμερα, η ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ εγκαταλείπει το δίκτυο και σε κάθε περίπτωση δεν υπολογίζει παροχές που απαιτούν πολύ σύνθετο και μακρόχρονο (30 έτη) υπολογισμό. Χωρίς στοιχεία, όλες οι συζητήσεις γίνονται στον αέρα. Για παράδειγμα, υπάρχει τόσο έντονη αντιπαράθεση για τον Θεσσαλικό Κάμπο, αλλά δεν γνωρίζουμε τις παροχές του Πηνειού». Επιπλέον, δεν έχουν καταρτιστεί τα σχέδια διαχείρισης ανά υδατικό διαμέρισμα, άρα οτιδήποτε κάνουμε είναι απλώς πρόσκαιρο, μη επαρκές και αβέβαιο ως προς τα αποτελέσματά του.

«Ποια είναι τα άμεσα μέτρα που πρέπει να ληφθούν;», ρωτάμε την κ. Μιμίκου. «Κατ αρχάς, να δημιουργηθεί ένα εθνικό δίκτυο μετρήσεων (monitor networking), με ενοποίηση και όλων όσα υπάρχουν μέχρι τώρα. Δεύτερο, να ενισχυθεί η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων, η οποία συγκροτήθηκε με το νόμο 3199. Τρίτο, χρειαζόμαστε ένα Ινστιτούτο Υδάτινων Πόρων, το οποίο θα συντάσσει τις εθνικές μελέτες και θα υποστηρίζει την εφαρμογή της Οδηγίας Πλαίσιο 2000/60. Ενα Ινστιτούτο με ευρεία επιστημονική στελέχωση. Το αντίστοιχο στη Φινλανδία έχει 650 άτομα προσωπικό».

Θα πει κανείς σε μια εποχή σκληρής λιτότητας, πού να βρεθούν χρήματα για παρόμοιες κινήσεις πολυτελείας για το νερό. Αλήθεια, πιστεύει κανείς ότι το νερό είναι είδος πολυτελείας;

===================================
Σύμφωνα με τον Ν. 3924/59 απαγορεύεται η απασχόληση κατά τη νύχτα των γυναικών στις βιομηχανικές επιχειρήσεις δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, λατομεία, ορυχεία, οικοδομές και εμπορικά καταστήματα.

Ως περίοδος ανάπαυσης λογίζεται κάθε περίοδος που δεν είναι χρόνος εργασίας και ως νυχτερινή εργασία η περίοδος εργασίας με έναρξη την 22.00 μ.μ. και λήξη την 06.00 π.μ.


========================================


Ρωσικό δάνειο για τον πυρηνικό σταθμό Μπέλενε στη Βουλγαρία
Δάνειο για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Μπέλενε θα χορηγήσει η Ρωσία στη Βουλγαρία, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομίας, Ενέργειας και Τουρισμού, Τράιτσο Τράικοφ, έπειτα από τη συνάντηση που είχε, σήμερα, στη Σόφια, με τον Ρώσο υπουργό Ενέργειας, Σεργκέι Σματκό και τον διευθύνοντα σύμβουλο της ρωσικής υπηρεσίας ατομικής ενέργειας Rosatom, Σεργκέι Κιριένκο.

Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε έπειτα από το αίτημα της Βουλγαρίας για τη χορήγηση δανείου, ύψους 2 δισ. ευρώ, από τη Rosatom για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Μπέλενε.

Ο κ. Τράικοφ τόνισε πως το ρωσικό δάνειο θα δοθεί χωρίς κρατικές εγγυήσεις, από την πλευρά της Βουλγαρίας. Στόχος του δανείου είναι να προχωρήσει η κατασκευή του έργου, ακόμη και χωρίς την επιλογή νέου στρατηγικού επενδυτή, καθώς ο προηγούμενος, η γερμανική εταιρία RWE, αποχώρησε από το έργο, το φθινόπωρο του 2009.

Η RWE δεσμεύτηκε να διαθέσει περίπου 2 δισ. ευρώ, με αντάλλαγμα το 49% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας του έργου, ενώ η βουλγαρική εθνική εταιρία ηλεκτρισμού ΝΕΚ θα κατέχε το 51% του μετοχικού κεφαλαίου.

Από την πλευρά του, ο κ. Κιριένκο τόνισε πως πρόκληση αποτελεί η κατασκευή του έργου, όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Όπως είπε, η σημερινή συνάντηση επιβεβαίωσε πως η Ρωσία και η Βουλγαρία αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο την ανάπτυξη του έργου και την επίλυση των υφιστάμενων προβλημάτων.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η ρωσική εταιρία που συμμετέχει στο έργο κατασκευής του Μπέλενε, η Atomstroyexport, θα μεταφέρει το 40% των υποχρεώσεών της στους Βούλγαρους υπεργολάβους, εξέλιξη, την οποία χαρακτήρισε σημαντική για τη βουλγαρική οικονομία. Όπως είπε, το γεγονός ότι ο σταθμός του Μπέλενε είναι ο μοναδικός σταθμός, υπό κατασκευή, σε αυτό το κομμάτι της Ευρώπης, δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας.

"Γι’ αυτό το λόγο, είμαστε έτοιμοι να συμμετέχουμε στο έργο και να διαθέσουμε χρηματοδότηση, την περίοδο που η βουλγαρική κυβέρνηση αναζητά στρατηγικό επενδυτή. Είμαστε έτοιμοι να παρέχουμε τα αναγκαία κεφάλαια σε πολύ μικρό διάστημα και δεν χρειαζόμαστε την εγγύηση της βουλγαρικής κυβέρνησης», τόνισε.

Είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι, συνέχισε ο κ. Κιριένκο, για την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του έργου του πυρηνικού σταθμού Μπέλενε.

Ο ίδιος διευκρίνισε ότι, όταν η βουλγαρική κυβέρνηση επιλέξει τον στρατηγικό επενδυτή, τότε θα επιστρέψει τα χρήματα που θα επενδύσει η ρωσική πλευρά. Επίσης, επισήμανε πως η ρωσική κυβέρνηση είναι έτοιμη να γίνει μέτοχος στο πυρηνικό σταθμό του Μπέλενε, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.

Ο κ. Κιριένκο ξεκαθάρισε πως οι κ.κ. Τράικοφ και Σματκό συζήτησαν το οικονομικό και νομικό πλαίσιο, υπό το οποίο το ρωσικό δάνειο θα μπορούσε να χορηγηθεί στη Βουλγαρία.

Οι υπουργοί συμφώνησαν, πρόσθεσε ο κ. Κιριένκο, να ολοκληρωθούν τα τεχνικά ζητήματα μέχρι το τέλος του Μαρτίου 2010.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Ενέργειας της Ρωσίας εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών στο πεδίο της ενέργειας, η οποία ακολουθεί εδώ και έξι μήνες θετική πορεία.

Στο μεταξύ, σήμερα, η βουλγαρική ενεργειακή εταιρία BEH δημοσίευσε διαγωνισμό για την επιλογή οικονομικού συμβούλου, που θα αναλάβει το έργο προσέλκυσης ξένων επενδυτών για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Μπέλενε.

Από την αποχώρηση της RWE και έπειτα, το εκτιμώμενο κόστος για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού Μπέλενε ανήλθε από 4 δισ. ευρώ σε 10 με 12 δισ. ευρώ και η βουλγαρική κυβέρνηση μελετά το ενδεχόμενο μείωσης του μεριδίου της στο σταθμό από 51% στο 20%.

Δεν υπάρχουν σχόλια: